15.05.11

137 Σπαράγγια και μια κακοδικία

Για τη δουλειά του δικηγόρου λέγονται πολλά. Και για τις αμοιβές του ακόμη περισσότερα. Πολλοί είναι αυτοί που ονειρεύονται πακτωλούς χρημάτων ως επιστέγασμα μιας επιτυχούς δικηγορικής διαδρομής. Και λιγότεροι εκείνοι που εκτιμούν την ηθική αμοιβή που σου προσφέρει αυτό το επάγγελμα, ακόμη και όταν η Δικαιοσύνη δεν δικαιώνει το ρόλο και την αποστολή της.

Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο στους ανθρώπους που εξακολουθούν να πιστεύουν στη Δικαιοσύνη και στο δίκαιο, ακόμη και σε πείσμα εκείνων των δικαστών που έχουν προ πολλού (ίσως και εξαρχής) προδώσει τους απλούς πολίτες. Που ανεβαίνουν στην έδρα σκεπτόμενοι πώς θα κατέβουν, πώς θα πάρουν άδεια, πώς θα πάνε διακοπές, πώς δεν θα συνεδριάσουν και ενοχλούνται από εκείνους που επιμένουν να διεκδικούν το δίκαιο.

Το κείμενο είναι όμως πρωτίστως αφιερωμένο στη Μαρία, τον Αργύρη, τη Βασιλική, το Μιλτιάδη, τον Αχιλλέα, τον Σωκράτη. Γιατί με αντάμειψαν με τη μεγαλύτερη ηθική ανταμοιβή: την εμπιστοσύνη τους και 137 άγρια σπαράγγια, μαζεμένα ένα- ένα από τις πλαγιές του Βόρειου συγκροτήματος, από 4 ζευγάρια παιδικά χέρια. Επειδή εκείνο το μεσημέρι, στο μικρό ταβερνάκι στου Στρινίλα, όταν για πρώτη φορά δοκίμασα αυτό το σπάνιο έδεσμα, είπα πως μου αρέσουν…

Τα 137 σπαράγγια μου τα μάζεψαν τα παιδιά και μου τα έδωσε ο πατέρας τους ο Αργύρης, την επομένη της δικαστικής απόφασης, με την οποία οι 3 δικαστίνες αποφάσισαν ότι η Μαρία δεν πρέπει να δικαιωθεί. Ότι εκείνοι που της έκοψαν μια λαμπρή πορεία στο Πανεπιστήμιο, πρέπει να αθωωθούν, κι ας παρανόμησαν, γιατί… «δεν είχαν δόλο». Το αποτέλεσμα της …έλλειψης δόλου είναι ότι η Μαρία, που ήρθε στην Ελλάδα από τον Καναδά, ως πολλά υποσχόμενη πιανίστα, με λαμπρές σπουδές και συστάσεις από τους πλέον έγκριτους του είδους, που εργάσθηκε άοκνα για την από ιδρύσεως οργάνωση και λειτουργία του Μουσικού Τμήματος, με αυταπάρνηση, χωρίς να πάρει ούτε μια μέρα άδεια, παρά τη γέννηση 4 παιδιών, η Μαρία που τη λάτρευαν όλοι οι φοιτητές της, τους οποίους δίδαξε με επιτυχία και εξασφαλίζοντας τους μετεκπαίδευση και υποτροφίες, εκδιώχθηκε δια της «μη μονιμοποίησης» από το Πανεπιστήμιο και αφέθηκε από το 2003 με 4 παιδιά μωρά (1 έτους ο μικρός, 2 ετών τα δίδυμα και 5 ετών η κόρη) και με το σύζυγό της, ναυπηγό από την Αυστραλία, να μετατρέπεται σε γεωργό και κτηνοτρόφο για να επιβιώσει η οικογένεια. Σε ένα μέρος που τους ήταν ξένο, δεν ήταν ούτε πατρίδα ούτε τόπος καταγωγής, το γνώρισαν και το αγάπησαν μέσα από τη δουλειά της Μαρίας στο Πανεπιστήμιο, επί 12 χρόνια... Και ενώ από το 2006 η απόφαση για την «μη μονιμοποίηση» έχει ακυρωθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, οι… «μη έχοντες δόλο», κρατούν τη Μαρία μακριά από το Πανεπιστήμιο, απορρίπτοντας κάθε υποψηφιότητά της και αρνούμενοι εκ νέου να την μονιμοποιήσουν. Την ίδια ώρα στο ίδιο Πανεπιστήμιο έχουν αποδεδειγμένα διδάξει άνθρωποι χωρίς καν πτυχίο ή και με πλαστό πτυχίο, σύμφωνα με επίσημα έγγραφα. Και όλα αυτά βέβαια, «χωρίς δόλο». Στο Δικαστήριο διαβάστηκε ένα έγγραφο όπου ο ιθύνων του Μουσικού Τμήματος εξηγούσε γιατί πρέπει να εκλέξουν έναν διδάσκοντα στη θέση του Αναπληρωτή, ώστε να παίρνει μεγαλύτερο μισθό, διότι ως συμβασιούχος δεν… έρχεται στα μαθήματα. Κι ακόμη εξηγούσε ότι πρέπει πρώτα να εκλεγεί ώστε να παραιτηθεί εν συνεχεία των άλλων εργασιών του από τις οποίες αμείβεται που τον εμποδίζουν να είναι συνεπής στα διδακτικά του καθήκοντα ως συμβασιούχος...

Α, και ξέχασα να πω κι αυτό: επειδή κανείς δεν έχει δόλο, έξοδα μετάβασης και διαμονής του δικηγόρου των κατηγορουμένων σε ημερομηνίες των δικασίμων καλύφθηκαν από τον Προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου.

Βεβαίως, άριστα πράττουν οι μη έχοντες δόλο, αφού η Δικαιοσύνη, τουλάχιστον σε πρώτο βαθμό, τους έκλεισε το μάτι. Και αφού ακόμη η σύνθεση του Δικαστηρίου έκανε ό,τι μπορούσε για να εξασφαλίσει και την απαλλαγή και την παραγραφή. Έτσι, ενώ η υπόθεση παραγραφόταν, συνεδρίαζε κάθε 15- 20 ημέρες. Και όχι με ιδιαίτερη πίεση. 9.30 το πρωί οι συνεδριάσεις, 2-3 ώρες διακοπή και αναψυχή, σκάρτες 3 ώρες συνεδρίαση τη φορά. Υπήρξε και ημέρα κατά την οποία η συνεδρίαση διήρκεσε συνολικά 2 ώρες… Κι ας ήξεραν ότι η Μαρία ζει μια εξαμελή οικογένεια με ένα μισθό και ότι κάθε νέα συνεδρίαση, που μάλιστα ήταν μακριά από τις προηγούμενες, σήμαινε αβάσταχτα έξοδα μετάβασης και διαμονής, που η Μαρία αγκομαχούσε να καλύψει, ενώ η άλλη πλευρά τα είχε καλυμμένα από το γενναιόδωρο κορβανά του Πανεπιστημίου.

Το καλύτερο βέβαια ήταν όταν αποφάσισαν να συνεδριάσουν την ημέρα που η Μαρία δεν θα είχε δικηγόρο, παρά τις διαμαρτυρίες της.

Δεν είχαν όμως αίθουσα συνεδρίασης. Και οι συνεδριάσεις πρέπει να είναι δημόσιες, λέει το Σύνταγμα και οι νόμοι.

Κανένα πρόβλημα.

Το …Δικαστήριο συνεδρίασε στο …γραφείο Προέδρου. Όπου δεν είχε χώρο ούτε να καθίσει η Μαρία. Της έκανε παρατήρηση η Πρόεδρος να μην ακουμπάει στο τραπέζι, γιατί εκεί καθόταν ο ένας από τους τέσσερις κατηγορουμένους που ήταν εκείνη την ημέρα παρών (αν ήταν και οι υπόλοιποι, θα έπρεπε να καθίσουν στο πάτωμα.). Της επέτρεψε πάντως η Πρόεδρος να ακουμπήσει τα χαρτιά στα γόνατά της για να κρατήσει σημειώσεις. Στην ίδια δίκη, μια προηγούμενη σύνθεση Δικαστηρίου είχε αποφασίσει ότι η Μαρία, ενώ ήταν διάδικος, δεν δικαιούτο να πάρει αντίγραφα από έγγραφα που κατατέθηκαν στη διαδικασία….

Σκέφτομαι αυτή την υπόθεση και οργίζομαι. Αντιπροσωπεύει την ακραία αδικία, κακοδικία, αναλγησία αλλά και την ακραία περιφρόνηση στη νομιμότητα, με τις ευλογίες εκείνων που θα έπρεπε να είναι θεματοφύλακές της. Από την άλλη όμως σκέφτομαι τα 137 άγρια σπαράγγια και τα χαμόγελα των παιδιών.

Και τη φράση του Αργύρη, όταν εξηγεί στον εαυτό του γιατί συνεχίζει αυτόν τον αγώνα, στηρίζοντας τη Μαρία, γιατί δεν παραιτείται, γιατί δεν αποδέχεται τέλος πάντων την αδικία:

«Μεγαλώνω τα παιδιά μου να γίνουν αγωνιστές. Και δεν θέλω μια μέρα να γυρίσουν να μου πούνε, πατέρα, γιατί μου κληροδότησες αυτόν τον αγώνα που ήταν δικός σου;»

Έτσι η Μαρία συνεχίζει τον αγώνα της. Μπορεί να δικαιωθεί, μπορεί και όχι. Ένα είναι το σίγουρο: εκείνοι που την αδίκησαν και που την αδικούν δε θα πάρουν ποτέ αυτό το πολύτιμο δώρο, τα 137 άγρια σπαράγγια μέσα από τα γελαστά χέρια των παιδιών της. Ούτε θα ακούσουν τα κάλαντα στις γιορτές από αυτήν την μικρή μπάντα λιλιπούτιων μουσικών, που είναι η οικογένειά της. …

Αυτές οι μικρές χειρονομίες αντιπροσωπεύουν και συμβολίζουν μια τιτάνια προσπάθεια και αντίσταση.

Δεν ξεχνιούνται. Δεν παρασιωπούνται. Δεν κονιορτοποιούνται μέσα από δικαστικές διαδικασίες που δεν έχουν καμμία σχέση με Δικαιοσύνη, αλλά συμβολίζουν την σύνθλιψη κάθε αντίστασης και την εξουθένωση του αδύνατου μέρους που διεκδικεί το δίκιο του.

Προς τιμήν της, η Εισαγγελέας της έδρας άσκησε έφεση. Αποδεικνύοντας ότι υπάρχουν ακόμη λειτουργοί της θέμιδος που εκπληρώνουν το καθήκον τους και την επιταγή για Δικαιοσύνη…