09.04.16

(video) Η Ζωή Κωνσταντοπούλου σε συζήτηση με το κοινό, μετά την παράσταση “Το Κιβώτιο”



    Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισήγησης της Ζωής Κωνσταντοπούλου:


    Να ευχαριστήσω και να σας καλησπερίσω όλες και όλους,

    και πιο πολύ απ' όλους τον Φώτη Μακρή που σε μία πάρα πολύ δύσκολη εποχή, μία εποχή ιστορικής και υπαρξιακής δοκιμασίας αποφάσισε και έκανε, και κάνει, αυτό που συγκροτεί το ρόλο και την αποστολή των πνευματικών ανθρώπων, των ανθρώπων του Πολιτισμού σε τέτοιες περιόδους.

    Μιλάει, μιλάει με την επιλογή αυτού του έργου, με τη μοναδική μεταφορά του στη σκηνή. Μιλάει με το σπαραγμό που βγαίνει μέσα από την αναψηλάφηση της ιστορίας και την αναφορά της στο σήμερα. Μιλάει και λέει εκείνα που για τους περισσότερους και τις περισσότερες δημιουργούν αντανακλαστικά και σκέψεις ευθέως συνδεδεμένες με το σήμερα.

    Όταν διάβασα “Το Κιβώτιο” στην εφηβεία μου δεν σκέφθηκα ποτέ, ούτε φαντάστηκα ότι θα ζούσαμε περιόδους που τόσο ευθέως θα μας παρέπεμπαν σε αυτήν την εποχή, σε αυτήν την εξιστόρηση. Που τόσο ευθέως θα μας δημιουργούσαν συνειρμούς για το αδειανό κιβώτιο. Για το κιβώτιο που κουβαλά ο ήρωας του έργου του Άρη Αλεξάνδρου έχοντας την πεποίθηση ότι εκτελεί ένα υψηλό καθήκον, μια υψηλή αποστολή για την οποία δε χωρούν ερωτήσεις, δε χωρούν δισταγμοί, δε χωρούν αμφιβολίες. Και επιλέγει να υπηρετήσει αυτήν την αποστολή χάνοντας στο δρόμο την αναφορά του στην υπέρτατη αξία που είναι ο άνθρωπος. Κυανίζουν, εκτελούν έναν προς έναν τους συντρόφους του. Για να φθάσει ο ήρωας στο τέλος να απευθύνεται στον ανακριτή του - δεν ήταν κομμάτι του έργου - αλλά έτσι ξεκινά το βιβλίο του Άρη Αλεξάνδρου με την τρομακτικής αντίφασης προσφώνηση “σύντροφε, ανακριτά”.

    Νομίζω, ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία- και αυτό θα πω γιατί το αισθάνομαι πραγματικά ως επιταγή σε αυτήν την εποχή- να αποφασίσει κανείς τι κάνει μετά. Τι κάνει αφού συνειδητοποιήσει ότι το κιβώτιο είναι άδειο. Ότι όλες αυτές οι θυσίες δεν ήταν στο σύνολό τους οικειοθελείς. Κάποιοι θυσίασαν κάποιους άλλους. Ότι όλες αυτές οι θυσίες δεν έγιναν για έναν υπέρτερο σκοπό αλλά για ένα άδειο κιβώτιο. Τι κάνει όταν συνειδητοποιεί αυτό που είναι αυτονόητο, ότι η υπέρτερη αξία δεν μπορεί ποτέ να περιέχεται σε ένα άψυχο αντικείμενο. Τι κάνει όταν συνειδητοποιεί την απάτη και την πλάνη και όταν έρχεται αντιμέτωπος με την ευθύνη, αν στην πορεία επέλεξε κι εκείνος να θυσιάσει άλλους για το άδειο κιβώτιο. Εδώ είναι νομίζω τα διλήμματα και της δικής μας εποχής και της δικής μας γενιάς. Μπορεί κανείς, και βλέπουμε αυτήν την επιλογή, βλέπουμε αυτές τις συμπεριφορές, μπορεί κανείς να συνεχίσει να κουβαλάει το κιβώτιο και να συνεχίσει να προσποιείται ότι είναι γεμάτο, να συνεχίσει να επινοεί δικαιολογίες γιατί το κουβαλάει και γιατί θυσιάζει εκείνα που είναι ιερά και όσια και απαραβίαστα, με πρώτη την ανθρώπινη ζωή. Ή μπορεί να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με την αλήθεια, να διεκδικήσει την αλήθεια, να δει την απάντηση στα τόσα ερωτήματα που προκύπτουν από το άδειο κιβώτιο, που είναι το ίδιο, όμως, από μόνο του απάντηση και να υπηρετήσει αυτό που συγκροτεί κάτι στο οποίο αναφερόταν ο σύντροφος του Άρη Αλεξάνδρου, ο Φίλιππος Ηλιού, ο γιος του Ηλία Ηλιού: το δικαίωμα των λαών και των πολιτών στην αλήθεια ως αυτοτελές ανθρώπινο δικαίωμα.

    Νομίζω ότι είναι η ώρα της αλήθειας και θέλω να προσπαθήσω μέσα από αυτήν την τόσο συγκλονιστική εμπειρία που είναι και μόνο η αναβίωση του έργου του Άρη Αλεξάνδρου και η συνειδητοποίηση μιας τραγωδίας από αυτές στις οποίες συχνά αναφερόμαστε, θέλω να κλείσω αυτήν την πολύ σύντομη εισήγηση για να περάσουμε και στη συζήτηση που νομίζω ότι θα είναι και πιο ενδιαφέρουσα με έναν τόνο αισιοδοξίας. Αυτή η τραγωδία, η τραγωδία του εμφυλίου όπως αποτυπώνεται στην αφήγηση του Άρη Αλεξάνδρου, που δεν καταγράφηκε αμέσως μετά το τέλος του εμφυλίου, αλλά σε μια περίοδο έξι ετών, από το '66 μέχρι το '72, ενώ είχαν επισυμβεί από την δικτοτορία της 21ης Απριλίου, από την καταστολή της Άνοιξης της Πράγας στην Τσεχοσλοβακία, τον Μάη του '68, τις πρώτες αποκαλύψεις για τα έργα και τις ημέρες του Σταλινισμού και τη βαρβαρότητα των στρατοπέδων. Αφού έχουν επισυμβεί όλα αυτά, ολοκληρώνει το βιβλίο του ο Άρης Αλεξάνδρου και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη και σε μας, όπως δίνει ο Φώτης Μακρής στον θεατή και σε όλους μας τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε πώς υποστασιοποιούνται οι τραγωδίες αλλά, ταυτόχρονα, μας δίνει τη δυνατότητα να μαθαίνουμε ότι μέσα από τις τραγωδίες και μέσα από τις οδυνηρές αντιφάσεις και τα τραύματα συντελούνται και οι ανατροπές και οι διαμορφωτικές διεργασίες ανασυγκρότησης. Και νομίζω ότι μετά από μια εμπειρία που συντέλεσε και αποτέλεσε αυτοτελώς μιαν άλλου είδους τραγωδία, που ήταν η ματαίωση μιας τόσο μεγαλειώδους στιγμής για το λαό μας και την κοινωνία μας, που ήταν η στιγμή της κορυφαίας σύγχρονης αντίστασης, η στιγμή του ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου, δεν αρκεί να συνειδητοποιήσουμε ότι το κιβώτιο ήταν άδειο, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να αναζητήσουμε στη γεμάτη μας ψυχή τις δυνάμεις για να προχωρήσουμε, όχι κουβαλώντας ένα άδειο κιβώτιο, αλλά δίνοντας ουσιαστικό περιεχόμενο ανθρωπισμού, δημοκρατίας, ελευθερίας, δικαιωμάτων και αξιοπρέπειας στις ζωές μας.

Σας ευχαριστώ.

 

 

Ακολουθούν οι τοποθετήσεις επί των ερωτήσεων:

Απάντηση 1:

Εγώ δεν έχω κιβώτιο. Το σίγουρο είναι ότι το μέλλον δεν μπορεί να κλειστεί σε κιβώτια ούτε σε υψηλές και μυστικές αποστολές που καλύπτονται από την αδιαφάνεια και ενός άλλου είδους ομερτά σαν αυτή που βλέπουμε, ειδικά τον τελευταίο καιρό να γίνεται αντικείμενο ακόμη και θεσμοποίησης. Είναι από τις τελευταίες προτάσεις, άλλωστε, που κατατέθηκαν στη Βουλή: να κρατούν το στόμα τους ερμητικά κλειστό οι βουλευτές γι’αυτά που μαθαίνουν κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους, να μοιράζονται, δηλαδή, μεταξύ τους εκείνα τα οποία δεν πρέπει να γίνουν γνωστά στο λαό, σε μια πλήρη αντιστροφή της σχέσης εκπροσώπησης και εμπιστοσύνης μεταξύ του πολίτη και των εκπροσώπων του.

Νομίζω ότι η αφήγηση αυτή η τόσο σπαρακτική (του Κιβωτίου) πρέπει να μας πείθει ότι το μέλλον και οι νικητήριοι αγώνες δεν δίνονται με περιφορά, ούτε με περιφορά κιβωτίων. Δίνονται σε ανοιχτούς χώρους, με ανοιχτές συζητήσεις, με επαφή των ανθρώπων και όχι με μυστικά σκευοφυλάκια που τελικώς περιέχουν αυτό το απόλυτο τίποτε. Το κενό δηλαδή κάποιων που θέλουν να ορίζουν τις ζωές των άλλων, παριστάνοντας ότι διαφυλάσσουν ένα ανύπαρκτο περιεχόμενο.


Απάντηση 2:

Είναι μια επιλογή. Αν δεν το ανοίξεις δεν θα μάθεις ποτέ ότι ήταν άδειο και μπορείς να περάσεις τη ζωή σου κουβαλώντας το.


Απάντηση 3:

Προσωπικά, πιστεύω απόλυτα ότι η Δημοκρατία δεν είναι μια αφηρημένη έννοια ούτε απλώς ένα πολίτευμα: είναι μια συνθήκη όπου βρίσκουν εφαρμογή και αποκτούν υπόσταση υπέρτερες αξίες. Η Δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς διαφάνεια, δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς ενσυνείδητη κινητοποίηση των πολιτών, δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς Δικαιοσύνη, δεν μπορεί να υπάρχει ούτε χωρίς σεβασμό σε όλα, ανεξαιρέτως, τα θεμελιώδη δικαιώματα κάθε πολίτη αλλά και εκείνων που δεν είναι πολίτες, κάθε ανθρώπινης ύπαρξης που ζει κι αναπνέει, που βρίσκεται στο έδαφος αυτής της χώρας ή όποιας πατρίδας έχει δημοκρατικό πολίτευμα.

Νομίζω ότι η Δημοκρατία είναι, τελικά, η αναγκαία προϋπόθεση και το πεδίο στο οποίο μπορεί να ευημερήσει η κοινωνία. Αλλά Δημοκρατία δεν είναι μόνο ότι ονομάζεται δημοκρατικό πολίτευμα. Σήμερα είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχει Δημοκρατία σ’ αυτή τη χώρα. Είναι βέβαιο ότι έχει καταλυθεί η δημοκρατική λειτουργία σε αυτή τη χώρα και είναι, επίσης, βέβαιο, για να απαντήσω στην εμβόλιμη ερώτηση, ότι αυτή η κατάλυση της δημοκρατικής λειτουργίας έχει γίνει με την ενεργό ανάμειξη και ευρωπαϊκών οργάνων και οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι βέβαιο ότι βάλλεται το δημοκρατικό πολίτευμα και η δημοκρατική λειτουργία, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ξέρουμε ότι με την τεχνική και τον μηχανισμό της εχθροπραξίας που είναι το «κλείσιμο» της ρευστότητας, ουσιαστικά ζητείται να καμφθεί η δημοκρατική λειτουργία, η κοινοβουλευτική λειτουργία: το είδαμε στην Κύπρο το Μάρτιο του ’13 όταν το Κοινοβούλιο, μέσω της διακοπής ρευστότητας, αναγκάστηκε να ανατρέψει πλήρως την απόφασή του μέσα σε λιγότερο από δυο εβδομάδες και το είδαμε με τον πιο οδυνηρό και δραματικό τρόπο στη χώρα μας το περασμένο καλοκαίρι, όταν οι λεγόμενοι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι εκπρόσωποι των δανειστών, οι εκπρόσωποι της Τρόικας αξίωσαν το Κοινοβούλιο να του παραδοθεί. Να παύσει να λειτουργεί ανεξάρτητα και αυτεξούσια, να παραμερίσει την θεσμική και δημοκρατική του λειτουργία και να αποδεχθεί να μετατραπεί σε ένα επικυρωτήριο κελευσμάτων, προερχόμενων άνωθεν ή έξωθεν. Ήταν δε τόσο κυνική η επιταγή που συνοψιζόταν στο «θα ανακαλέσετε όποιο νόμο έχετε ψηφίσει χωρίς άδεια και εντολή και δεν θα ξαναψηφίσετε νόμο χωρίς προηγούμενη άδεια. Και θα ψηφίσετε στις ημερομηνίες που εμείς υποδεικνύουμε 15, 22 Ιουλίου – γιατί έτσι μας αρέσει – τους νόμους που εμείς θέλουμε».  

Πάντοτε, όμως, έχεις επιλογή. Και πάντοτε κρίνεσαι από την επιλογή που έκανες. Και αν αποδεχθείς αυτόν τον εκβιασμό, κρίνεσαι και για το πώς, εν συνεχεία, συγκροτείς την αφήγηση αυτής της υποταγής κι αυτής της προδοσίας. Ιδίως αν επιμένεις ότι κουβαλάς ένα κιβώτιο που δήθεν όταν τελικά φθάσει στον προορισμό του θα εγγυηθεί την Γη της Επαγγελίας.

Το πιο σημαντικό, νομίζω, είναι ότι η ιστορία δεν τελειώνει. Δεν τελείωσε ούτε το 1949, δεν τελείωσε ούτε το 1967, δεν τελείωσε ούτε το 2015. Και ως φορείς της ιστορίας, ως υποκείμενά της και ως άνθρωποι, ως κοινωνία, ως λαοί που γνωρίζουμε ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε το περιεχόμενο της πραγματικότητάς μας έχουμε την επιλογή, αφού μας δίνεται αυτή η ιστορική ευκαιρία, να ανατρέψουμε τα ιστορικά γεγονότα που καταγράφηκαν, να τα αλλάξουμε, γιατί η ιστορία συνεχίζεται. Και να δώσουμε άλλη προοπτική, άλλη κατεύθυνση και να αφήσουμε ένα άλλο ιστορικό στίγμα. Αυτό είναι μια επιλογή που κάνουν οι άνθρωποι και οι λαοί και την κάνουν και πιο ενσυνείδητα και πιο αποφασιστικά και πιο αποτελεσματικά όταν γνωρίζουν τα γεγονότα. Γι’ αυτό για μένα, για να απαντήσω στην προηγούμενη παρατήρηση, έχει πάντοτε σημασία να το ανοίγεις το κιβώτιο, ακόμη κι αν είναι άδειο. Έχει τεράστια σημασία να ξέρεις την αλήθεια, γιατί μόνο γνωρίζοντας την αλήθεια μπορείς να πάρεις τις πιο ενσυνείδητες και τις πιο τελεσφόρες αποφάσεις για την ζωή σου, όχι μόνο ως ανθρώπου προσωπικά αλλά και ως κοινωνίας και ως λαού. Και μπορείς, τελικά, όταν αυτές τις αποφάσεις τις πάρεις γνωρίζοντας τα πραγματικά γεγονότα, γνωρίζοντας την αλήθεια μπορείς την ώρα της αναψηλάφησής τους να τα αφηγείσαι χωρίς να επινοείς εκδοχές για να εφευρίσκεις άλλοθι.


Απάντηση 4:

Οπωσδήποτε υπάρχουν πολλές αναγνώσεις και πολλές προσλήψεις της δημιουργίας, αλλά νομίζω ότι αυτό που πετυχαίνει το «Κιβώτιο» και το έργο του Αλεξάνδρου και η παράσταση του Φώτη Μακρή είναι ακριβώς να καταδείξει ότι δεν υπάρχει τίποτε το επαναστατικό σε μια τέτοια διαδικασία με τον κυνισμό που αποδέχεται να εκτυλιχθεί. Και νομίζω ότι αυτό είναι μια εξαιρετικά αφυπνιστική καταγραφή, ακριβώς επειδή προέρχεται από έναν άνθρωπο που κουβάλησε το κιβώτιο «πιστεύοντάς το γεμάτο» - είναι σπαρακτική η αποστροφή: «δεν ξέρω πώς άδειασε το κιβώτιο, εγώ το πίστευα γεμάτο». Το ότι αυτός ο άνθρωπος που «το πίστευε γεμάτο» καταγράφει αυτήν την διαδρομή, νομίζω ότι είναι πολλαπλώς αφυπνιστικό, γιατί το δίδαγμα που εγώ αντλώ είναι ότι ποτέ – ποτέ – ποτέ οι επαναστάσεις δεν πρέπει να δίδονται για ένα «κιβώτιο», του οποίου το περιεχόμενο είναι άγνωστο και ακατάληπτο. Δεν μπορεί να είναι αντικείμενο μιας συναινετικής αποδοχής του ότι κάποια υψηλότερα καθήκοντα επιβάλλουν τη θυσία ή την αυτοθυσία χωρίς να είναι καθαρό για ποιό λόγο αυτή η θυσία πραγματοποιείται.


Απάντηση 5:

Νομίζω ότι είπατε πράγματα που πολλοί άνθρωποι σκέφτονται ή με αφορμή τα οποία προβληματίζονται, αναρωτιούνται, εξεγείρονται. Η απάντησή μου για το πώς έφθασαν τα πράγματα εκεί που έφθασαν - κι επειδή κάνατε μια ερώτηση που αναφέρεται ουσιαστικά στο πώς ο ΣΥΡΙΖΑ έφθασε εκεί που έφθασε, θέλω να σας πω ποιά είναι η άποψή μου:

Έφθασε εκεί που έφθασε γιατί παρίστανε ότι είναι μια ευσυνείδητη συλλογικότητα, μιλούσε με το «εμείς», αλλά στην πραγματικότητα αυτό το «εμείς» ήταν ένα αφιλόξενο «εμείς» στο οποίο δεν χωρούσαν τα μέλη του. Και, κυρίως, δεν ήταν μια οργανικά συνειδητοποιημένη συλλογικότητα, που να μπορεί να αμυνθεί και να διεκδικήσει την υπόστασή της την κρίσιμη στιγμή, αλλά αντίθετα, κατά πλειοψηφία τουλάχιστον, αποδέχθηκε να υποταχθεί και να υποχωρήσει και να υπαναχωρήσει έναντι της ηγεσίας της και δεν κατάφερε ούτε καν να αρθρώσει λόγο, να πάρει απόφαση στην κρίσιμη στιγμή. Την κρίσιμη ιστορική στιγμή που ήταν και η τελευταία Κεντρική Επιτροπή που έγινε στις 30 Ιουλίου.

Δεν συμμερίζομαι την άποψη εκείνων που λένε «όταν υπήρχε χρόνος στην αρχή, το Γενάρη, το Φλεβάρη, όταν ακόμη υπήρχε η δυνατότητα»… γιατί πιστεύω ότι μέχρι τέλους υπήρχε η δυνατότητα κι ακόμη υπάρχει. Είναι δικαιολογία, είναι του χειρίστου είδους άλλοθι ότι δήθεν σώθηκαν οι εναλλακτικές, ότι δεν υπήρχε λύση. Και είναι δικαιολογία που καταρρίπτεται από τα ίδια τα πράγματα.

«Πόσο υπεύθυνοι είμαστε;» Νομίζω ότι η ευθύνη πρέπει να αναλαμβάνεται σε σχέση με το παρελθόν κι ο καθένας κι η καθεμιά μπορεί να κάνει τον απολογισμό του για το τί έκανε και τί δεν έκανε. Η ευθύνη, όμως, κοιτάει και μπροστά. Κοιτάει και στο μέλλον. Και αυτή τη στιγμή θεωρώ ότι είναι ευθύνη μας, όσων δεν κουβαλάμε το κιβώτιο παριστάνοντας ότι είναι γεμάτο, είναι ευθύνη μας ακριβώς αυτή τη μεγάλη καταστροφή που έγινε, αυτό το μεγάλο έγκλημα που έγινε να το αποκαταστήσουμε, γιατί πάντοτε υπάρχει δυνατότητα και πάντοτε υπάρχει ο χρόνος, η ευκαιρία και η επιλογή. Και σε ό,τι αφορά τη δικιά μου γενιά και τις νεώτερες γενιές, νομίζω ότι μέσα στη μεγάλη ατυχία αλλά και συνολικά, θα έλεγα, τις ζώσες σήμερα γενιές, θα έλεγα ότι μέσα στη μεγάλη ατυχία να βιώσουμε αυτά τα τόσο τραυματικά γεγονότα, έχουμε και την τύχη να μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε και να τα αλλάξουμε. Και αναλογιζόμενοι ότι υπήρξαν γενιές που δεν τους δόθηκε αυτή η ευκαιρία γιατί η εξέλιξη της ιστορίας και της προδοσίας υπήρξε πολύ πιο επιβραδυμένη, θα πρέπει να αναλογιστούμε την ευθύνη μας και απέναντι στον εαυτό μας και απέναντι στην ιστορία και απέναντι στις επόμενες γενιές.


Απάντηση 6:

Κοιτάξτε, οι πρωθυπουργοί δεν είναι κηδεμόνες του λαού. Δεν είναι επίτροποί του. Και ο Πρωθυπουργός στον οποίο αναφέρεσθε (Τσίπρας) απευθύνθηκε στο λαό, του ζήτησε να δώσει εντολή. Και η εντολή αυτή ήταν πεντακάθαρη. Ίσως κάποιοι και ο ίδιος να ήλπιζαν ότι δεν θα είναι καθαρή, ότι θα είναι θολωμένη, ότι θα επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες. Δεν ήταν. Ήταν ξεκάθαρη εντολή. Ήταν γενναία πράξη το ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου και μια τέτοια γενναία πράξη του υποχρεώνει κάθε εκπρόσωπό του από όποια θέση και αν υπηρετεί το λαό και τη Δημοκρατία να σεβασθεί αυτήν την εντολή. Δεν είναι ζήτημα επιλογής, δεν είναι ζήτημα διακριτικής ευχέρειας, είναι ζήτημα ευθύνης και καθήκοντος, που δεν είναι ασαφές, δεν είναι κλεισμένο σε ένα κιβώτιο είναι ανοιχτό στον ήλιο, στην κοινή θέα, είναι βροντερό και, τελικά, απογυμνώνει εκείνους που δεν στάθηκαν ούτε στο ύψος της ευθύνης τους ούτε στο ύψος της γενναιότητας αυτού του λαού.

Προσωπικά, επειδή με ρωτάτε, έπραξα αυτό που θεωρώ ότι οφείλει να πράξει καθένας και καθεμιά που θα ήταν στη θέση μου. Και που έπραξαν πάρα πολλοί και πολλές την κρίσιμη στιγμή. Από εκεί και πέρα, δεν είναι στιγμιαία τα καθήκοντα αυτά, ούτε αφορούν μόνο τους εκπροσώπους, αφορούν και κάθε πολίτη, που έχει, τελικά, εκτός από το δικαίωμα, και την υποχρέωση και το καθήκον να υπερασπισθεί και τον εαυτό του και την κοινωνία και την Δημοκρατία από τέτοιες επιθέσεις και από μια κακοποιητική ανάγνωση της ιστορίας. Γιατί αυτό που εν πολλοίς επιχειρήθηκε να φιλοτεχνηθεί ως αφήγηση είναι ότι τελικά ο λαός «τα ήθελε και τα έπαθε», ότι ενέκρινε δήθεν την θυσία του, ότι αποδέχθηκε δήθεν την αντιστροφή της εντολής του. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι αλήθεια γιατί είναι γνωστό ότι το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος δεν ανατρέπεται με εκλογές. Δεν είναι αλήθεια γιατί είναι γνωστό ότι αυτές οι εκλογές έγιναν σε συνθήκες παραβίασης της συνταγματικής νομιμότητας, σε συνθήκες απάτης και σε συνθήκες αιφνιδιασμού. Δεν είναι αλήθεια γιατί ένας στους δυο πολίτες δεν ψήφισε. Δεν είναι αλήθεια, τέλος, γιατί το ερώτημα του Ιουλίου δεν αποτέλεσε ποτέ ερώτημα το Σεπτέμβρη, αλλά αντίθετα εκείνοι που ήταν αποφασισμένοι να παραβιάσουν την εντολή του Ιουλίου απέκρυψαν με διάφορα τεχνάσματα τί πραγματικά ήθελαν να κάνουν από το Σεπτέμβρη και μετά, αυτά όλα δηλαδή που εκτυλίσσονται με τον πιο ωμό τρόπο και κορυφώνονται όσο προχωράει η ιστορία.


Απάντηση 7:

Το ζήτημα είναι αυτή η αυτοσυνειδησία να μη μετατραπεί σε μία συλλογική ενοχή και αυτοτιμωρία. Γιατί υπάρχει και μία τάση τελικώς, το είπες… το είπατε προηγουμένως, το «μαζί τα φάγαμε» «φταίει ο λαός», «φταίει η κοινωνία».. Η δική μου άποψη είναι ότι δεν φταίει η κοινωνία και ποτέ δεν φταίει η κοινωνία όταν έχει τόσο πολύ αδικηθεί από τις ηγεσίες της. Από την άλλη πλευρά, φυσικά η κοινωνία έχει την ευθύνη του εαυτού της και έχει, κυρίως, την ευθύνη να υπερασπισθεί τα μέλη της, την υπόστασή της, την ψυχή της.

Εγώ αισθάνομαι την ανάγκη να πω, με αφορμή την αναφορά στον πολιτισμό, ότι δεν είναι τυχαίο και το γεγονός ότι η κοινωνία άργησε να συνειδητοποιήσει την παγίδα, την υπονόμευση της ζωής και του μέλλοντός της και είναι αυτό άρρηκτα συνδεδεμένο με το ότι υπήρξαν τόσο πολλοί άνθρωποι λεγόμενοι «του Πολιτισμού και του Πνεύματος», που δέχθηκαν να γίνουν αυλικοί της εξουσίας, που εκμαυλίστηκαν από το δημόσιο χρήμα από τις δημόσιες σχέσεις και που, αντί να είναι δημιουργοί και πρωτοπόροι, αποδέχθηκαν να είναι γελωτοποιοί και διασκεδαστές μιας φαύλης εξουσίας. Είναι ένας από τους λόγους που πραγματικά με τιμάει η πρόσκληση του Φώτη Μακρή, επειδή ακριβώς το υπόδειγμά του βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της κατάστασης και γιατί θεωρώ ότι τέτοιοι άνθρωποι μπορούν να εμπνεύσουν ξανά στην κοινωνία εκείνα τα αντανακλαστικά αλλά και εκείνα τα ιδανικά που μπορούν συνολικά να κινητοποιήσουν όχι μόνο προς την εξέγερση, που είναι επιβεβλημένη αλλά και προς την δημιουργία. Γιατί δεν μπορεί αυτό που αποτελεί μια πραγματικά πολιτική πράξη και είναι ο πολιτισμός να συρρικνώνεται σε εκείνο στο οποίο το ευτέλισαν ορισμένοι και ορισμένες. Και τελικά, να το πω κι αυτό, δεν είναι, δυστυχώς, τυχαίο, είναι χαρακτηριστικό το πόσοι άνθρωποι και του πνεύματος, πόσοι άνθρωποι… πόσοι πανεπιστημιακοί φέρ’ ειπείν, αντίθετα με το καθήκον και την ευθύνη να αντιδράσουν, αποδέχονται να υπηρετήσουν ένα καθεστώς. Δεν είναι τυχαίο πόσοι πανεπιστημιακοί υπάρχουν σε αυτή την κυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο πόσοι πανεπιστημιακοί δεν μίλησαν γι’ αυτά που γνώριζαν.


Απάντηση 8:

Αντίθετα θεωρώ ότι δεν πρέπει να μας αρκεί απλώς το ότι είμαστε εδώ και να είμαστε απλώς ευγνώμονες γι’ αυτό. Πρέπει να φροντίσουμε το αύριο να είναι πολύ πιο ελπιδοφόρο και αισιόδοξο, να έχει άλλο περιεχόμενο και άλλη προοπτική, κι όχι απλώς την έμφοβη και περιδεή περιφρούρηση ενός μηδαμινού κεκτημένου που έχει πια απομείνει.


Απάντηση 9:

Νομίζω ότι μπορεί με πολλούς τρόπους να τεθούν ερωτήματα ή να ενσταλαχθούν φόβοι παραλυτικοί. Κανείς στη διαδρομή αυτή και σε μια πορεία προς την ελευθερία, που μπορεί να την κάνει και με το ποδήλατο και να ξεπεράσει το τραίνο, χωρίς να συγκρουσθεί μαζί του, πρέπει, όμως, να απαντήσει ένα βασικό ερώτημα που είναι συνδεδεμένο με αυτό που αναφέρατε: αν είναι διατεθειμένος να παλέψει αυτεξούσια ή αν ψάχνει για προστασία και διαβεβαιώσεις. Νομίζω ότι μια πραγματικά χειραφετημένη κοινωνία κι ένας χειραφετημένος λαός δεν μπορεί να ελπίζει σε τέτοιου είδους προστασίες αλλά, αντίθετα, αν το κάνει είναι πολύ πιθανό να διαψευσθεί. Συνεπώς, η απόφαση είναι υπαρξιακή και δεν είναι μια απόφαση που πάρθηκε ποτέ με συμβόλαια. Δεν υπογράφτηκε ποτέ συμβόλαιο σε κανέναν αγώνα από αυτούς που δόθηκαν και κερδήθηκαν ότι θα ήταν αγώνες επιτυχείς. Ούτε υπέγραψε κανείς εγγύηση σε κάποιον άλλον για να τον πείσει να συμπαραταχθεί και να συστρατευθεί σε έναν τέτοιο αγώνα, όπως αυτός που πρέπει να δοθεί από εμάς σε αυτήν την ιστορική στιγμή.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο μόνος τρόπος για να κερδηθεί αυτός ο αγώνας είναι να δοθεί με όλες μας τις δυνάμεις. Και δεν υπάρχει τίποτε άλλο που μπορεί να πείσει περισσότερο κάποιον ή κάποια να δώσει αυτόν τον αγώνα από την βιωματική του σχέση με τα πράγματα, τη βιωματική του σχέση με την πραγματικότητα στην οποία ζει και την ενσυνείδητη αναφορά του στο περιεχόμενο  που θέλει να δώσει και να προσδώσει στη ζωή και στο μέλλον του. Άρα από μένα δεν θα έχετε ούτε εγγυήσεις ότι στην πραγματικότητα  είναι μια στρωμένη και μια ομαλή διαδρομή μια τέτοια σύγκρουση, ούτε πολύ λιγότερο ότι θα υπάρξουν έξωθεν προστάτες που θα εγγυηθούν για την ευδοκίμηση αυτού του αγώνα. Μπορώ, όμως, να πω με πολύ μεγάλη βεβαιότητα ότι αυτό που εκδηλώνεται όλο το τελευταίο διάστημα και είναι χαραγμένο θεωρώ στην ιστορική συνείδηση, όχι μόνο του δικού μας λαού αλλά και των άλλων λαών, είναι ότι είναι τεράστια η δύναμη των λαών που παλεύουν και είναι πολλαπλασιαστική. Και κινητοποιεί όχι μεγάλες δυνάμεις-προστάτιδες κινητοποιεί, όμως, λαούς συμπαραστάτες και αλληλέγγυους και μπορεί να αλλάζει  την ιστορία.


Απάντηση 10:

Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τέτοιο «δικαίωμα στο λάθος». Στο λάθος που στοιχίζει ανθρώπινες ζωές και που μπορείς να το αποφύγεις αναμφίβολα δεν έχεις δικαίωμα. Είναι μια επινόηση των τελευταίων ετών… Ακούσαμε τους πάντες να επικαλούνται το δικαίωμα στο λάθος, από τον Βενιζέλο που το είπε επί λέξει στο Σαμαρά που είπε «ουδείς αναμάρτητος» στον Τσίπρα που το λέει με λίγο διαφορετικό τρόπο αλλά στην πραγματικότητα αυτό εννοεί.

Την αφήγηση του Κιβωτίου, επίσης, συνειδητοποιεί κανείς ότι την έχει ακούσει και ελπίζει να μην ήταν ενσυνείδητη, στην προηγούμενη περίοδο. Όμως, προσπάθησα να το πω και πριν: δεν αξίζει να κουβαλά κανείς κανένα άψυχο κιβώτιο, μόνο το έμψυχο φορτίο είναι εκείνο το οποίο αξίζει να υπηρετηθεί από λαούς κι από κοινωνίες κι αυτό δεν περιέχεται σε κιβώτια: είναι κομμάτι του εαυτού μας. Το ζήτημα δεν είναι να πει κανείς «Εμπιστεύσου με!», το ζήτημα είναι να ανακτήσει αυτός ο λαός κι αυτή η κοινωνία την αυτοπεποίθηση και την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, γιατί αυτά που πρέπει ιστορικά να γίνουν, ο αγώνας, η μάχη, η ανατροπή δεν γίνονται ούτε με ανάθεση ούτε δι’ αντιπροσώπευσης. Γίνονται και θα γίνουν με την ενεργό και ενσυνείδητη συμμετοχή ανθρώπων αποφασισμένων να δώσουν τη μάχη. Έτσι, λοιπόν, το ζητούμενο είναι αυτή η αυτοπεποίθηση να υπάρξει ξανά και σε προσωπικό επίπεδο, γιατί έχει πολύς κόσμος κλονισθεί, και σε συλλογικό επίπεδο. Η στρατηγική των ημερών και η στρατηγική των Μνημονίων - μια στρατηγική που υλοποιεί με τον πιο εφιαλτικό τρόπο η σημερινή Κυβέρνηση ακριβώς γιατί αναδείχθηκε μέσα από μια υπόσχεση ελπίδας, ανατροπής και διαφορετικού - η στρατηγική εκείνη είναι η στρατηγική της απελπισίας, της απόγνωσης, να πεισθεί, δηλαδή, βαθιά μέσα του ο καθένας κι η καθεμιά ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτε, ότι δεν εναπόκειται στις δικές του ή στις δικές της δυνάμεις, ότι είναι ανυπεράσπιστος και ανυπεράσπιστη ο καθένας και η καθεμιά απέναντι σε αυτήν την επίθεση. Αυτό είναι ψέμα. Είναι μια προπαγάνδα πάρα πολύ προσεκτικά διαμορφωμένη και υλοποιούμενη και απέναντι σε αυτό πρέπει να αντισταθούμε. Και για να απαντήσω και στην προηγούμενη παρατήρηση που έγινε, κομμάτι της αντίστασης και της ανάκτησης της αυτοπεποίθησης και της εμπιστοσύνης στις δυνάμεις μας είναι και η ενημέρωση, η γνώση της αλήθειας και των γεγονότων και των περιστατικών. Είναι δύσκολο γιατί είναι διάχυτη η προπαγάνδα, η παραπληροφόρηση, η υπερπληροφόρηση που προκαλεί την αποπληροφόρηση αλλά είναι μια διαδικασία την οποία οι πολίτες πρέπει να ακολουθήσουν, πρέπει να την ενεργοποιήσουν ακριβώς για να ενδυναμωθούν. Άρα μπορεί να μην πω μόνον εγώ «Εμπιστεύσου με!», μπορεί να μου το πεις κι εσύ.


Απάντηση 11:

Το λέω με λίγο διαφορετικό τρόπο. Σε ό,τι με αφορά έχω πει ότι και πρωτοβουλίες θα αναλάβω και ευθύνες θα αναλάβω και  ποτέ δεν δίστασα να αναλάβω και πρωτοβουλίες και ευθύνες. Αλλά, ταυτόχρονα, δεν θα προσποιηθώ ότι μπορεί να ολοκληρωθεί μια τέτοια πορεία απελευθέρωσης χωρίς έμπρακτη, ενσυνείδητη και δυναμική συμμετοχή όχι λίγων αλλά πολλών για να μην πω όλων!

Μιας και κάναμε και μια αναφορά στο παρελθόν, θεωρώ ότι ένα από τα εγκληματικότερα πράγματα που έγιναν ήταν ότι κάποιοι σε διάφορα στάδια υπαινίχθηκαν ότι υπάρχει ένα σχέδιο και μια συνταγή την οποία θα ακολουθούσαν μόνοι τους και θα οδηγούσε στην επιτυχία. Δεν υπάρχουν σχέδια και συνταγές άνωθεν, που ακολουθούν λίγοι λεγόμενοι εκπρόσωποι και μπορούν να οδηγήσουν στην επιτυχία με το λαό ανενεργό, καθησυχασμένο ή πλήρως αποπροσανατολισμένο. Τα σχέδια συγκροτούνται μαζί με τους πολίτες, γιατί οι πολίτες είναι εκείνοι, οι άνθρωποι είναι εκείνοι που μπορούν να εγγυηθούν την υλοποίηση και την εφαρμογή τους. Και αν είχε συμμετάσχει στην κατασκευή του κιβωτίου εκείνος που το κουβαλούσε δεν θα ήταν ένα άδειο κιβώτιο και δεν θα αποδεχόταν βέβαια να το κουβαλά γνωρίζοντας ότι είναι άδειο.


Απάντηση 12:

Δεν νομίζω ότι μπορείς να παρομοιάσεις τα πάντα με ένα κιβώτιο και σίγουρα υπήρξαν και διαφορετικές τάσεις και διαφορετικές θέσεις από τις οποίες ο καθένας υπηρέτησε κάποια πράγματα. Εγώ, ίσως ξέρεις, δεν υπήρξα μέλος των κομματικών οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ κι έτσι δεν συναποφάσισα την κατασκευή του κιβωτίου, ήμουν από τους ενοχλητικούς που ρώταγαν τί έχει μέσα και δεν ήμουν από αυτούς που θα αποδέχονταν να θυσιάσουν έστω έναν ή μια για να συνεχίσει η περιφορά του κιβωτίου. Νομίζω η πιο ανατριχιαστική διαδικασία θυσίας, δολοφονίας και κυανισμού εκτυλίχθηκε ιδιαίτερα μετά την αποκάλυψη του πόσο άδειο ήταν το κιβώτιο.

Θα έλεγα το εξής: για να αποδώσω αυτό που νομίζω ότι συνέβη με πολλούς ανθρώπους: υπήρχε μια συναίσθηση κι ένα αίσθημα καθήκοντος, να υπερασπισθεί κανείς την ελπίδα. Να υπερασπισθεί κανείς την προοπτική να ευδοκιμήσει αυτή η μάχη αλλά για να ευδοκιμήσει η μάχη πρέπει να την δίνουν όλοι. Δεν μπορεί να πέφτεις στη φωτιά και να γυρνάς να δεις πίσω σου και να είσαι μόνος σου. Πολλοί μολονότι κατά καιρούς αισθάνθηκαν αμφιβολία ή αισθάνθηκαν την υποψία, ταυτόχρονα αισθάνθηκαν και την ευθύνη να μην υποσκάψουν, να μην τορπιλίσουν μια διαδικασία που τουλάχιστον στη συνείδησή τους μπορούσε να αποβεί και νικητήρια και ελπιδοφόρα. Δεν είχαν, σίγουρα, όλα τα στοιχεία κι αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει ευθύνη – σαφώς υπάρχει ευθύνη – αλλά υπάρχει και διαβάθμιση ευθύνης και διαφοροποίηση των θέσεων και των στάσεων. Νομίζω το πιο αποκαλυπτικό γεγονός της μεθοδολογίας της απάτης ήταν η προκήρυξη  του δημοψηφίσματος, γιατί για όλους μας που πιστεύαμε, που θέλαμε να πιστεύουμε ότι δε θα προδοθεί αυτή η υπόθεση, η προκήρυξη του δημοψηφίσματος ήταν η απόδειξη ότι σωστά είχαμε εμπιστευθεί, ενώ αποδείχθηκε ότι η προκήρυξη του δημοψηφίσματος ήταν ο φερετζές, ήταν το άλλοθι και η δικαιολογία ενός Πρωθυπουργού που ήθελε απλώς να προσποιηθεί ότι δήθεν μετήλθε όλα τα μέσα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι, κι αυτό είναι ένα μάθημα, νομίζω, και για την Αριστερά και για την δημοκρατικά σκεπτόμενη και λειτουργούσα κοινωνία, το σίγουρο είναι ότι οι συλλογικότητες δεν υπάρχουν διακηρυκτικά. Πρέπει να αποδεικνύουν ότι υπάρχουν ως δημοκρατικά σύνολα και ότι υπάρχουν μέσω της υπόστασης των μελών τους. Όταν οι συλλογικότητες παραδίδονται στις ηγεσίες τους και αποδέχονται να υπηρετούν υπέρτερες αποστολές χωρίς να ρωτούν, τότε τελικώς καταδικάζονται σε τραγική εξέλιξη όπως αυτή που συνέβη στο ΣΥΡΙΖΑ.

Νομίζω ότι το μάθημα είναι πάρα πολύ ξεκάθαρο και διδάσκει και στους πολίτες και σε εκείνους που επιδιώκουν πιο ενεργά να εκπροσωπούν χωρίς να μην είναι κι αυτοί πολίτες γιατί κι ο πολιτικός πρέπει πρώτα από όλα να είναι πολίτης, ότι δεν υπάρχει καμμία ερώτηση που δεν πρέπει να γίνεται, καμμία απορία που δεν πρέπει να λύνεται και, κυρίως, κανένας υπέρτερος σκοπός που μπορεί να υπηρετείται χωρίς να δίνονται σε κάθε στάδιο απαντήσεις και εξηγήσεις, χωρίς να υπάρχει δηλαδή αυτή η διαδικασία της λογοδοσίας, της απόδοσης λογαριασμού.


Απάντηση 13:

Εγώ νομίζω ότι είναι μια από τις πολύ αποκαλυπτικές και τραγικές πτυχές αυτού του έργου, που δείχνει την συνθλιβή της ανθρώπινης ύπαρξης και, κυρίως, δείχνει την αλλοτρίωση που παράγει ο ακραίος δογματισμός, δείχνει τον άνθρωπο που πλέον έχει χάσει την ταυτότητά του και την αναζητεί στο «επισκεπτήριο», στην παράλληλη αυτή «ταυτότητα», που κάποιος άλλος έχει συγγράψει γι’ αυτόν.